Μέση Ανατολή: Οι νέες ισορροπίες και οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία τον Δεκέμβριο του 2024, η κλιμάκωση του ισραηλινοπαλαιστινιακού πολέμου μετά την 7η Οκτωβρίου 2023 και η συνέχιση του ρωσοουκρανικού πολέμου άλλαξαν ριζικά τον γεωπολιτικό χάρτη της Μέσης Ανατολής και της ευρύτερης περιοχής, δημιουργώντας νέες δυναμικές που επηρεάζουν άμεσα τις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ, Τουρκίας και Ελλάδας. 

Η Άγκυρα αναδεικνύεται ως ο πιο επιδραστικός εξωτερικός παράγοντας στη μεταασαντική Συρία, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθετούν μια νέα προσέγγιση περιορισμένης εμπλοκής στην περιοχή.

Η νέα συριακή κυβέρνηση υπό τον Ahmed al-Sharaa έχει ήδη δεσμευτεί να αναπτύξει στρατηγικές σχέσεις με την Τουρκία, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την επαναλειτουργία της τουρκικής πρεσβείας στη Δαμασκό τον Δεκέμβριο του 2024 και την υπογραφή στρατιωτικού μνημονίου συνεργασίας τον Αύγουστο του 2025. Αυτή η στρατηγική συμμαχία ενισχύει σημαντικά τη θέση της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Η Πολυπλοκότητα του Ισραηλινοπαλαιστινιακού Πολέμου

Παράλληλα με τις εξελίξεις στη Συρία, ο πόλεμος στη Γάζα συνεχίζει να κυριαρχεί στη Μέση Ανατολή. Μετά την κατάρρευση της εκεχειρίας τον Μάρτιο 2025, που είχε διαρκέσει από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο, οι εχθροπραξίες επαναλήφθηκαν με αυξημένη ένταση. Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να υπερασπίζονται το Ισραήλ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ 28 χώρες, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ευρωπαϊκών, έχουν υπογράψει κοινή δήλωση που καλεί για άμεση παύση των εχθροπραξιών.

Η διάσταση αυτή του πολέμου έχει δημιουργήσει νέες διπλωματικές συμμαχίες και αντιπαραθέσεις. Η Τουρκία, υπό τον Ερντογάν, έχει υιοθετήσει μια έντονα φιλοπαλαιστινιακή στάση, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί το ζήτημα για να ενισχύσει το προφίλ της ως περιφερειακής δύναμης. Αντίθετα, το Ισραήλ έχει διευρύνει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις σε έξι χώρες προκειμένου να εξαρθρώσει τα δίκτυα της Χαμάς, με την Τουρκία να βρίσκεται πιθανότατα στο επόμενο στόχαστρο των ισραηλινών ενεργειών.

Η Αμερικανική Στρατηγική Αποδέσμευσης

Παρά τη συνεργασία με την Τουρκία στο πλαίσιο της Syria Working Group, οι ΗΠΑ υπό την προεδρία Trump σηματοδοτούν μια σαφή στροφή προς τη στρατηγική αποδέσμευση από τη Μέση Ανατολή. Όπως τόνισε ο πρόεδρος κατά την επίσκεψή του στο Ριάντ τον Μάιο 2025, η Ουάσινγκτον δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε νέες κρίσεις στη Μέση Ανατολή και είναι έτοιμη να παραχωρήσει μεγαλύτερο ρόλο σε περιφερειακούς δρώντες.

Αυτή η αμερικανική προσέγγιση δημιουργεί ένα κενό ισχύος που η Τουρκία επιδιώκει να καλύψει, εδραιώνοντας τη θέση της ως κυρίαρχη δύναμη στην περιοχή. Παράλληλα, η Άγκυρα έχει αναδειχθεί σε βασικό μεσολαβητή στον ρωσοουκρανικό πόλεμο, φιλοξενώντας διαπραγματεύσεις μεταξύ αξιωματούχων από Ρωσία, Ουκρανία και ΗΠΑ τον Μάιο 2025. Ο Ερντογάν έχε πρότεινε την Τουρκία ως "ιδανικό οικοδεσπότη" για ενδεχόμενη συνάντηση Trump-Putin, διατηρώντας έτσι έναν λεπτό ισορροπημένο ρόλο μεταξύ Δύσης και Ρωσίας.

Η Τουρκική Διπλωματία των Πολλαπλών Μετώπων

Ενώ παραδοσιακά, η Τουρκία είχε διατηρήσει καλές σχέσεις τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία, ο πόλεμος τέλειται υπό νέα δεδομένα. Η Άγκυρα έχει σταθμίσει την υποστήριξή της προς την Ουκρανία έναντι της διατήρησης των δεσμών με τη Μόσχα, καθώς και οι δύο χώρες αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς εταίρους. Παρόλα αυτά, η τουρκική κυβέρνηση έχει καταδικάσει τη ρωσική εισβολή και έχει παράσχει στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων των drones Bayraktar.

Ωστόσο, η νέα δυναμική έχει προκαλέσει νέες εντάσεις, ιδιαίτερα μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, με τις δύο χώρες να αντιμετωπίζουν τον εκάστοτε επιδραστικότερο ρόλο του άλλου ως στρατηγική απειλή.

Η Ελλάδα Ανάμεσα στις Συμμαχίες

Ιδιαίτερα σύνθετη είναι η θέση της Ελλάδας στη νέα αυτή κατάσταση. Παρά την παραδοσιακά φιλοπαλαιστινιακή στάση που είχε υιοθετήσει στο παρελθόν, η Αθήνα έχει αναπτύξει στενές σχέσεις με το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια. 

Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις του 2025, το 77% των Ελλήνων θέλει να συνεχιστεί η συμμαχία με το Ισραήλ παρά την παγκόσμια κριτική. Ωστόσο, το 67% των πολιτών προτιμά την ουδετερότητα στον τρέχοντα πόλεμο, ενώ μόλις το 18,4% υποστηρίζει ανοιχτά φιλοισραηλινή στάση.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιλέξει μια ισορροπημένη προσέγγιση, υποστηρίζοντας την καταδίκη των τρομοκρατικών ενεργειών της Χαμάς αλλά εκφράζοντας παράλληλα ανησυχίες για τη διάρκεια του πολέμου. 

Παράλληλα, η στάση της Αθήνας στον ρωσοουκρανικό πόλεμο αποτελεί μια σημαντική μεταστροφή από τις παραδοσιακά στενές ελληνορωσικές σχέσεις. Από τον Φεβρουάριο του 2022, η Ελλάδα είχε στηρίξει πλήρως τις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και παρείχε στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων 20.000 πυρομαχικών, πυραύλων Stinger και 40 θωρακισμένων οχημάτων BMP-1. Ωστόσο, για πρώτη φορά από το 2022, η Αθήνα άσκησε βέτο σε ευρωπαϊκή απόφαση που θα έβλαπτε περαιτέρω τα ρωσικά συμφέροντα, κάτι που υποδηλώνει μια πιο προσεκτική προσέγγιση.

Αυτή η πολύπλευρη στάση αντικατοπτρίζει την προσπάθεια της Αθήνας να διατηρήσει τις στρατηγικές της σχέσεις με το Ισραήλ χωρίς να αποξενωθεί από την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και τις αραβικές χώρες.

Επιπτώσεις στις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις

Οι εξελίξεις αυτές έχουν άμεσο αντίκτυπο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο. Η ενισχυμένη θέση της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή συμπίπτει με την εντατικοποίηση των προσπαθειών της Άγκυρας να εμποδίσει ελληνικά και κυπριακά έργα υποδομής στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως αναφέρεται σε πρόσφατες αναλύσεις του Αυγούστου 2025.

Παράλληλα, οι αμερικανικές πηγές κατηγορούν την Τουρκία ότι εκπόνησε σχέδια εισβολής κατά της Ελλάδας, τα οποία όμως ματαιώθηκαν από την παρέμβαση των ΗΠΑ και της Γαλλίας. Αυτές οι κατηγορίες, παρά τις διαψεύσεις των αμερικανικών αξιωματούχων, υπογραμμίζουν τη συνεχιζόμενη ένταση στο Αιγαίο.

Η Ελλάδα, από την πλευρά της, ανακοίνωσε τον Αύγουστο 2025 σχέδια για την ανάπτυξη "αυτάρκων" στρατιωτικών μονάδων στα νησιά του Αιγαίου, μερικά από τα οποία απέχουν μόλις 1,5 χιλιόμετρα από την τουρκική ακτή. Αυτή η κίνηση αντικατοπτρίζει την ανησυχία της Αθήνας για την αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα.

Τον Ισραηλινό Παράγοντα

Ένας επιπλέον παράγοντας πολυπλοκότητας είναι η στενότερη συνεργασία Ελλάδας-Ισραήλ, η οποία εντάθηκε το 2025 παρά τις εκεχειρίες στη Μέση Ανατολή. Οι συμφωνίες για πώληση όπλων και ενεργειακή συνεργασία, καθώς και η αύξηση του διμερούς εμπορίου, δημιουργούν έναν ισχυρό άξονα που η Τουρκία αντιλαμβάνεται ως απειλή για τα δικά της συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Συμπεράσματα για την Ελλάδα

Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, σε συνδυασμό με τον ρωσοουκρανικό πόλεμο, θέτουν την Ελλάδα σε δύσκολη θέση. Αφενός, η ενισχυμένη επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή και ο ρόλος της ως μεσολαβήτριας δύναμης μπορεί να οδηγήσουν σε αυξημένες πιέσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Αφετέρου, η αμερικανική αποδέσμευση από τη Μέση Ανατολή και η εστίαση στον ρωσοουκρανικό πόλεμο μπορεί να περιορίσει τις επιλογές της Αθήνας για διπλωματική υποστήριξη σε μελλοντικές κρίσεις.

Η στρατηγική της Ελλάδας φαίνεται να εστιάζει στην ενίσχυση των αμυντικών της ικανοτήτων, τη διεύρυνση των συμμαχιών με χώρες όπως το Ισραήλ και η Γαλλία, και την αξιοποίηση της θέσης της στο ΝΑΤΟ για την προάσπιση των εθνικών της συμφερόντων. 

Η σημαντική στήριξη της Ουκρανίας έχει ενισχύσει την αξιοπιστία της Αθήνας στα μάτια των δυτικών συμμάχων, όπως επιβεβαίωσε και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ κατά την επίσκεψή του τον Νοέμβριο 2024. 

Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για να διαφανεί κατά πόσο αυτή η προσέγγιση θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις προκλήσεις που προκύπτουν από τη νέα περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων, η οποία περιλαμβάνει πλέον τρεις διαφορετικές αλλά αλληλοεπιδρώσες κρίσεις: τη Συρία, την Ουκρανία και τη Γάζα.

Σχόλια